Τρίτη 10 Μαρτίου 2015

Φαλιμέντο και Τράπεζες | Πέτρος Λάζος

Από το απόγευμα της Πέμπτης 5 Μαρτίου, μετά την συνέντευξη Draghi, έχει ξεκινήσει μια μεγάλη συζήτηση για τις Τράπεζες. Είναι φερέγγυες ή δεν είναι; Μπορεί να κλείσουν ή όχι; Έχουν πρόβλημα ή δεν έχουν; Κινδυνολογούν όσοι λένε ότι έχουν; Εξαπατούν όσοι λένε ότι δεν έχουν ;

Χωρίς τις απαραίτητες γνώσεις, οι απαντήσεις αυτές δεν είναι απλές. Η επικρατούσα δε σύγχυση βοηθά πολλούς να προπαγανδίζουν, προσδοκώντας διαφόρων ειδών οφέλη. Θεωρώ λοιπόν εξαιρετικά χρήσιμη ενημέρωση το να δοθεί μία απλοποιημένη περιγραφή του τρόπου λειτουργίας των τραπεζών. Ας μου συγχωρήσουν οι ειδήμονες και γνώστες του αντικειμένου, τόσο την (υπέρ)απλούστευση όσο και κάποια λάθη και παραλείψεις προς χάριν της. Στόχος είναι να γίνει αντιληπτός ο κύκλος της τραπεζικής λειτουργίας στον απλό, μέσο Έλληνα καταθέτη. Όχι να γίνει πανεπιστημιακό μάθημα τραπεζικής. Ας δούμε λοιπόν πως «δουλεύει» μία τράπεζα.

Μία Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία είναι μία επιχείρηση. Κατά μία έννοια, ίδια με όλες τις άλλες εμπορικές επιχειρήσεις. Δραστηριότητά της είναι η εμπορία χρήματος. Δηλαδή αγοράζει και πουλά χρήμα. Το αγοράζει δεχόμενη καταθέσεις και το πουλά παρέχοντας δάνεια.

Επίσης, σαν γνήσια καπιταλιστική οντότητα, μία τράπεζα, στοχεύει στο μέγιστο δυνατό κέρδος. Για να το πετύχει χρησιμοποιεί μόχλευση. Τι είναι η μόχλευση; Είναι μια διαδικασία όπου, με εγγύηση ένα υπάρχον κεφάλαιο, ο επενδυτής αναλαμβάνει μεγαλύτερο ρίσκο ώστε να επιτύχει μεγαλύτερες αποδόσεις, γι’ αυτό το κεφάλαιο.

Πως το υλοποιεί αυτό η τράπεζα; Όταν σχηματίσει ένα σημαντικό χαρτοφυλάκιο δανείων, πουλά ένα (μεγάλο) μέρος του σε επενδυτές, έναντι κέρδους. Το ρευστό που αποκομίζει το επαναχορηγεί σε νέα δάνεια και η διαδικασία επαναλαμβάνεται αρκετές φορές. Πόσες; Όσες της επιτρέπει το ύψος των διαθέσιμων κεφαλαίων της. Και πόσες της επιτρέπει; Όσες καθορίζουν οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας που ορίζονται είτε από την εκάστοτε Κεντρική Τράπεζα, είτε από διεθνείς συμφωνίες (Συμφωνίες Βασιλείας Ι,ΙΙ & ΙΙΙ).

Όταν λοιπόν την Πέμπτη ο Mario Draghi έλεγε πως οι Ελληνικές τράπεζες είναι φερέγγυες, εννοούσε ότι η μόχλευσή τους είναι σε απολύτως αποδεκτά επίπεδα, σύμφωνη με τους κανόνες της Ε.Κ.Τ. και πως διαθέτουν ικανή κεφαλαιακή επάρκεια. Δήλωση 1000% αληθινή.

Όμως μία τράπεζα, όπως κάθε άλλη επιχείρηση, δεν εξαρτά την βιωσιμότητά της μόνο από την επάρκεια κεφαλαίων της. Ο δεύτερος «πυλώνας ζωής» της είναι η διαθέσιμη ρευστότητά της. Δηλαδή το εάν διαθέτει το απαραίτητο ρευστό ώστε να ανταποκριθεί σε οποιαδήποτε ζήτηση, ανά πάσα στιγμή.

Αυτήν την ρευστότητα την εξασφαλίζει με δύο τρόπους:

- Είτε μέσω των καταθέσεων που δέχεται (δηλ. δανειζόμενη από εσάς κι εμένα) με «ενέχυρο» το «καλό της όνομα» και τις εγκρίσεις λειτουργίας που έχει λάβει από το κράτος. Όλοι ξέρουμε πως αυτός ο τρόπος δεν λειτουργεί τα τελευταία χρόνια, λόγω της κρίσης.

- Είτε δανειζόμενη από την Κεντρική Τράπεζα με ενέχυρο αποδεκτά στοιχεία του ενεργητικού της (ομόλογα κλπ.) Στην περίπτωση των Ελληνικών τράπεζων, λόγω μη επιλεξιμότητας των Ελληνικών κρατικών ομολόγων και εγγυήσεων, το συγκεκριμένο μέρος χρηματοδότησης γίνεται, κυρίως, μέσω του Emergency Liquidity Assistance (E.L.A.). Γεγονός που έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στο ύψος χρηματοδότησης, λόγω υψηλότερων απαιτήσεων ενεχύρων και κόστους.

Άρα είναι προφανές ότι ένα τραπεζικό ίδρυμα δανείζεται «βραχυπρόθεσμα» και δανείζει «μακροπρόθεσμα». Εξαρτάται δε απόλυτα από αυτό που έχουμε μάθει ν’ αποκαλούμε «τραπεζική πίστη». Δηλαδή στην εμπιστοσύνη που έχει η αγορά ότι οι τράπεζες είναι σε θέση να δώσουν τα χρήματα που τυχόν τους ζητηθούν, οποτεδήποτε τους ζητηθούν.

Όταν λοιπόν, σε καιρό κρίσης, γίνονται δηλώσεις από μέλη της κυβέρνησης περί μη πληρωμής υποχρεώσεων της χώρας ή ενεργειών που δημιουργούν αμφιβολία για την παραμονή στο ευρώ (π.χ. δημοψήφισμα αλλά και πολλά άλλα που ακούγονται τους τελευταίους μήνες), η τραπεζική πίστη δέχεται καίρια πλήγματα. Καταθέσεις φεύγουν με ρυθμό πολλών δις ανά εβδομάδα και, πριν καλά καλά το καταλάβει κανείς, απόλυτα φερέγγυες τράπεζες βρίσκονται σε αδυναμία εκπλήρωσης υποχρεώσεων. Χωρίς ουσιαστικό λόγο. Τουλάχιστον όχι για τον λογικό νου.

«Ωραία όλα αυτά αλλά τελικά, κινδυνεύουν οι τράπεζες;» Η απάντηση, δυστυχώς, δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα μονολεκτική και σωστή. Οι Ελληνικές τράπεζες είναι φερέγγυες και διαθέτουν ικανοποιητικότατους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας. Αλλά, την ίδια ώρα, η ρευστότητά τους είναι χαμηλή. Επηρεάζεται δε, πολύ εύκολα από απερισκεψίες του στυλ «Δεν θα πληρώσουμε το Δ.Ν.Τ. για κανένα δίμηνο». Απαιτείται εξαιρετική προσοχή και υπευθυνότητα, από όλους μας. Αλλιώς η «επανάσταση της κατσαρόλας» καραδοκεί.

#Πηγή:
Φαλιμέντο και Τράπεζες | Πέτρος Λάζος
10 Μαρτίου 2015
#

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου